redirect

Θα μεταφερθείτε στη νέα σελίδα σε

Δευτερόλεπτα

Wednesday 8 April 2009

ΠΑΝΟΣ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΣ, ΜAALESH, Το σιωπηλό κύλισμα του Νείλου και η κρυφή ζωή του Ντονάτο Γκαντίνι

Σελίδες: 368 Τιμή: €22.00

Το έκτο βιβλίο του γνωστού και τιμημένου με Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας συγγραφέα Πάνου Πρωτοπαπά.

Κοσμοπολίτικο ιστορικό μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην Αλεξάνδρεια την εποχή του Μεσοπολέμου.

Βασίζεται σε πραγματικά πρόσωπα και αποκαλύπτει άγνωστα μέχρι σήμερα ιστορικά περιστατικά.
Είναι μια ιστορία αγάπης, μίσους, και κατασκοπείας, με πρωταγωνιστές μια αλλοπρόσαλλη νεανική παρέα που μεγαλώνει μέσα στη χλιδή και την αλαζονεία της Αλεξανδρινής μεγαλοαστικής τάξης, λίγο πριν σημάνει η ώρα της αλήθειας: ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.

Η διπλή ζωή του νεαρού Ντονάτο Γκαντίνι ο οποίος τις νύχτες πρωταγωνιστεί στα σαλόνια τής μυθικής εκείνη την εποχή Αλεξάνδρειας, αλλά μετά τα μεσάνυχτα ανατινάζει τα μπαρ των Άγγλων αποικιοκρατών μαζί με το έμψυχο περιεχόμενό τους.
Η Ελένη Τζανετή, πάμπλουτη κληρονόμος, ζει διχασμένη ανάμεσα στον Ντονάτο και τον Ουαλό καλύτερό του φίλο, αλλά και μελλοντικό θανάσιμο εχθρό του στην κατασκοπεία.
Ο Άλκης Ιωάννου, είναι ο γελωτοποιός της παρέας και ο αγαπημένος μαθητής τού Καβάφη.
Ο σοφός άρχοντας τής ερήμου μπάρμπα Σπύρος, σύμβουλος της νεανικής συντροφιάς, πρωταγωνιστής -άθελά του- της μάχης του Ελ Αλαμέιν, κρύβει ζηλόφθονα το μυστικό του χαμένου τάφου του Μεγαλέξανδρου.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
Η Ελένη Τζανετή έσφυζε από ζωή μέσα στο κατακόκκινο φόρεμά της. Έπαλλε και έλαμπε με ένα ανεξήγητο φως. Περιστοιχιζόταν όπως πάντα από πλήθος αγοριών που προσπαθούσαν να τής αποσπάσουν ένα βλέμμα, και κοριτσιών που ήλπιζαν να αντλήσουν κάτι από την γοητεία της ή, έστω, να δείξουν πως αποτελούν μέλος της αυλής της. Ήταν το αναμφισβήτητο επίκεντρο τής βραδιάς. Η ομορφιά δεν ήταν όμως αυτό που την ξεχώριζε από τα άλλα κορίτσια. Το μυστικό ήταν η μαγεία που σκορπούσε γύρω της. Προσηνής, αλλά και αγέρωχη, αυθόρμητη και ταυτόχρονα υπεροπτική, ήξερε να δημιουργεί φιλική ατμόσφαιρα, αλλά μέσα στα όρια που η ίδια έβαζε, ανάλογα με το ποιόν είχε πλάι της.
«Ήρθε ο boy friend σου», την πληροφόρησε με ολοφάνερο φθόνο η Ναταλί Βαλέρη κι έδειξε με το βλέμμα της τον Ντονάτο.
« Ποιος; Ο Γκαντίνι; Σιγά τον εραστή».
« Τι νόστιμος που είναι!».
« Υπάρχουν και νοστιμότεροι. Ακόμα και νοστιμότατοι, κυρία μου. Απόψε πάντως έχω πιο σπουδαία πράγματα να κάνω. Έλα εδώ Άλκη να σε συστήσω στη φίλη μου. Έλα ντε!». Ο Άλκης είχε κοκαλώσει μη μπορώντας να πιστέψει πως η Ελένη θα του χαλούσε το πάρτι αποκαλύπτοντας προφανώς την ταπεινή του ταυτότητα. Την ήξερε σαν πελάτισσα τού Αθηναίου και η συμπεριφορά της ήταν πάντα καταδεκτική, σχεδόν φιλική. Το ύφος της όμως απόψε τού φάνηκε αλλιώτικο. Σχεδόν αλαζονικό. Κι έπειτα, τι εννοούσε με εκείνο το: “...Έχω και πιο σπουδαία πράγματα να κάνω”; Είχε συναίσθηση τής εμφάνισής του και δεν παρίστανε τον γόη. Ήξερε πως, από κάθε πλευρά, δεν ήταν καθόλου σπουδαίος, και μάλιστα σε σύγκριση με τον Ντονάτο. Κάτι κακό προμήνυε αυτό το ξαφνικό ενδιαφέρον της. Μη μπορώντας όμως να κάνει αλλιώς, ο Άλκης σύρθηκε με αργά βήματα στο θρόνο της.
«Καλησπέρα Ελένη, δεν σε πρόσεξα μέσα σε τόσο κόσμο», είπε κι αμέσως ευχήθηκε να ανοίξει η γη και να τον καταπιεί. Τέτοια βλακεία που ξεστόμισε, τέτοια αναίδεια, δεν θα την άφηνε ασχολίαστη η Ελένη Τζανετή. Η κόρη του βασιλιά του αιγυπτιακού εμπορίου σήκωσε ψηλά το υπέροχο κεφάλι της, σημάδι πως ετοίμαζε σαν φίδι την επίθεση της, τον κοίταξε μέσα από τις μισόκλειστες, έξοχες βλεφαρίδες της, όπως ακριβώς θα κοιτούσε μία βασιλική κόμπρα έναν αρουραίο, και είπε ψιθυριστά και σχεδόν συλλαβιστά :
«Είπες πως δεν με πρόσεξες μικρέ Αλκιβιάδη; Μήπως φταίνε οι πάστες που κλέβεις και η ζάχαρη που προκαλεί μυωπία, ακριβώς όπως και η άλλη κακή συνήθεια των αγοριών που εσύ την ασκείς κατ’ επάγγελμα; Τη μαλακία εννοώ, αν δεν κατάλαβες. Ουφ, συγχύστηκα! Ας είναι. Ναταλί, να σου συστήσω τον Άλκη Ιωάννου, τον νοστιμότατο». Η Ναταλί έκανε μία γκριμάτσα αποστροφής.
«Νοστιμότατος; Καλέ αυτός γέρνει. Έχει και κάτι σαν καμπούρα στη ράχη: Άκου νοστιμότατος!».
«Η δουλειά του είναι να χαζεύει τις πάστες τού Αθηναίου. Θα το έπαθε από το πολύ σκύψιμο. Όσο για το νόστιμος, ανάμεσα στα γλυκά όλη μέρα, πώς να μην γίνει νοστιμότατος;». Η Ναταλί και οι μικρές δεσποινίδες τής αυλής γέλασαν με το αστείο, αλλά εκείνη δεν είχε τελειώσει.
«Πάντως, a toute sencerite, εμένα μού φαίνεται πιό αξιόλογος από τον Ντονάτο».
Ο Άλκης που στο μεταξύ είχε ξεθαρρέψει διαπιστώνοντας πως η οικοδέσποινα δεν είχε πρόθεση να τον πετάξει έξω, άρχισε να νιώθει καλύτερα. Τις ειρωνείες τις είχε από καιρό συνηθίσει. Αμέτρητες ήταν οι προσβολές που γνώρισε στην ζωή του …
«Έχεις άδικο, Ελένη», της απάντησε αμέσως για να προστατέψει τον φίλο του. «Σε βεβαιώνω πως ο Ντονάτο έχει εξελιχθεί σ’ ένα πολύ αξιόλογο άτομο. Δεν είναι πια το ανώριμο παιδί που ήξερες. Έχει γίνει πολύ intellectuel. Ίσως είναι λίγο ιδιόρρυθμος βέβαια. Και πότε δεν ήταν όμως; Και ναι, είναι γόης. Αλλά μήπως φταίει ο ίδιος για την γοητεία του;».
«Να τον χαίρεσαι. Κι εγώ κουμπάρα στις χαρές σας. Ας σοβαρευτούμε τώρα. Πώς θα γίνει να γνωριστούμε καλύτερα εμείς οι δύο, Άλκη; Έχω ακούσει πολλά για σένα και τα κρυφά σου χαρίσματα. Σε τελική ανάλυση, αυτά μετράνε σε έναν άνδρα, και όχι το περιτύλιγμα. Έτσι δεν είναι κορίτσια;». Η κοριτσοπαρέα έσκασε στα γέλια με το τολμηρό υπονοούμενο, αλλά ο Άλκης έγινε κατακόκκινος
«Από τον Τεουφίκ τον σουφράγκι θα έμαθες.. ό,τι προφανώς έμαθες. Έτσι δεν είναι;».
«Λες; Κι αυτός πώς το ξέρει άραγε; Μήπως έχετε κάποιου είδους....σχέσεις; Ξέρεις τι εννοώ. Με απογοητεύεις συνέχεια Άλκη Ιωάννου. Κι εγώ που είχα αποφασίσει να σού χαρίσω το κορμί μου απόψε.... Εκτός βέβαια αν δεν ταιριάζει στις προδιαγραφές σου, if you understand what I mean
!….».
Ο Άλκης είχε πανικοβληθεί. Προσπερνώντας την υποτιθέμενη πρόταση της Ελένης, προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ιδιαίτερες γνώσεις τού Τεουφίκ σχετικά με την ανατομία του.
«Ίσα - ίσα. Με τον Τεουφίκ πηγαίνουμε παρέα στα κομπακίρ της Σάμπα Μπανάτ».
«Έτσι εξηγείται λοιπόν. Τώρα ησύχασα. Γιατί δεν ξέρεις τι μπορεί να τύχει στη ζωή μιας κοπέλας. Πολλά ακούγονται τελευταία για τα γούστα των ανδρών…. Σαν πολύ δεν μιλάει όμως ο δανδής με τη μαμά σου Ναταλί μου; Δεν την μαζεύεις λίγο; Σε λίγο θα την πάρει στα πάνω διαμερίσματα. Μπορεί να το κάνουν και στο τραπέζι, μπροστά σε όλους … Αίσχος, γριά γυναίκα… ».
Ο Ντονάτο κοιτούσε κατάματα την Ελισάβετ Βαλέρη κι ένιωθε το αίμα να χτυπάει βίαια στις φλέβες του. Το πρόσωπο της είχε αρχίσει να σπάει λίγο. Μικρές, ανεπαίσθητες ρυτίδες χάραζαν το κατάλευκο δέρμα που διατηρούσε όμως ακόμα την απαλότητα του. Αλλά το σώμα της τον αναστάτωνε. Αν δεν είχε τόσο συγκεκριμένο στόχο η αποψινή του αποστολή, πολλά θα μπορούσαν να συμβούν εκείνη τη νύχτα. Κατάλαβε έγκαιρα πως κατρακυλούσε χωρίς φρένα σε μια κατηφόρα που στο τέλος της τον περίμενε μόνο η αποτυχία. [...]


Ο συγγραφέας Πάνος Πρωτοπαπάς γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1947.
Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ασχολήθηκε με τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις και τα ΜΜΕ.
Ποιήματα και πεζά του έχουν δημοσιευθεί στην Ανθολογία Αποστολίδη και στα περιοδικά Ευθύνη, Πόρφυρας, Πλανόδιον, Αλεξίσφαιρο, Δον Κιχώτης κ.α.
Έχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία του: «Ναυλαγορά», Ίκαρος 1983, (έπαινος στον διαγωνισμό Κρατικών βραβείων), «Παρατηρητής διαμερισμάτων», Καστανιώτης 1984, «Η Αθέατη πλευρά της σελήνης», Καστανιώτης 1989,1990, «Το χώμα κάτω απ' το βήμα», Πλανόδιον 2002, «Τζερόνιμο Γκρούβι. 40 χρόνια. Αντίο φίλε», Λιβάνης 2008

No comments: