Το κλασικό ποίημα του Edgar Allan Poe στην ιδανική, όσο και δυσεύρετη, μετάφραση του Κώστα Ουράνη, ως πηγή έμπνευσης του σύγχρονου ζωγράφου Χρήστου Αθανασιάδη.
Για τον ποιητή γράφει ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών Βαγγέλης Αθανασόπουλος και για τον ζωγράφο ο κριτικός τέχνης Σωτήρης Μπαχτσετζής. Υπάρχουν επίσης βιογραφίες και εργογραφίες του Poe και του Ουράνη και πλήρης βιβλιογραφία των μεταφράσεων όλων των έργων του Poe στα ελληνικά.
Η ιστορία που διηγείται το ποίημα είναι απλή, αλλά καθόλου αισιόδοξη: Ένας μοναχικός άνδρας προσπαθεί να ανακουφίσει τον πόνο του από την απώλεια της αγαπημένης του Λενόρας εστιάζοντας τη σκέψη του σε κάποια παλιά βιβλία μιας ξεχασμένης γνώσης. Ένα ελαφρό χτύπημα ακούγεται στην πόρτα του, αλλά όταν την ανοίγει βρίσκει σκοτάδι και τίποτα άλλο. Μέσα σ’ αυτό το σκοτάδι ψιθυρίζει το όνομα της Λενόρας, ελπίζοντας πως έχει γυρίσει η χαμένη του αγάπη, αλλά το μόνο που ακούει είναι μια ηχώ που στέλνει πίσω τον ήχο «Λενόρα».
Το χτύπημα ακούγεται πάλι, πιο δυνατό, στο παράθυρο. Μόλις το ανοίγει, μπαίνει ένα μεγαλόπρεπο μαύρο κοράκι που αμέσως πηγαίνει και κάθεται, σοβαρό κι ακίνητο, πάνω στο κεφάλι της προτομής της Παλλάδας Αθηνάς. Η σοβαρότητα του πουλιού φέρνει στην ψυχή του ένα χαμόγελο, και όταν ρωτά το όνομά του, έκπληκτος το ακούει να απαντά «Ποτέ πια». Καταλαβαίνει πως η απάντηση του πουλιού δεν είναι καρπός σοφίας, αλλά το μόνο που έμαθε από κάποιον δυστυχισμένο για τον οποίο αυτές οι λέξεις φανέρωναν τη μόνη προοπτική της ζωής του.
Καλωσορίζει το κοράκι, αν και εκφράζει το φόβο του πως το πρωί κι αυτό θα φύγει και θα τον αφήσει όπως έκαναν και οι χαμένες ελπίδες του, αλλά εκείνο λέει «Ποτέ πια». Παρότι καταλαβαίνει την παράλογη φύση της ομιλίας του πουλιού, δεν μπορεί να αντισταθεί στο παιχνίδι των ερωταποκρίσεων, και συνεχίζει να του κάνει ερωτήσεις.
Ο Χ. Αθανασιάδης αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο αντιπαραβάλλονται δύο διαφορετικές εκδοχές του «πραγματικού». Ο «επίπεδος θάνατος» της εικόνας σε αντιδιαστολή με τη φαντασιακή ακεραιότητα της καθημερινής κοινωνικής πραγματικότητας. Η οξύτητα της παρέμβασης του δεν αφήνει αμφιβολία για το ότι η αιώνια επαναφορά του «πραγματικού» τραύματος δε μπορεί να εξορκιστεί από ένα «ποτέ ξανά».
No comments:
Post a Comment